Στάση αναμονής ενόψει της ακρόασης φορέων, τηρεί η πλειονότητα των κομμάτων της αντιπολίτευσης στο ερανιστικό νομοσχέδιο του υπουργείου Πολιτισμού, που άρχισε σήμερα να συζητείται στην επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής. Το νομοσχέδιο ρυθμίζει πολλά ζητήματα αρμοδιότητας του υπουργείου Πολιτισμού, έχοντας στην προμετωπίδα την αναδιοργάνωση των νομικών προσώπων της Εθνικής Πινακοθήκης του Μητροπολιτικού Οργανισμού Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης, την ενίσχυση των δράσεων του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης και του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, τη μετονομασία του Προπαρασκευαστικού και Επαγγελματικού Σχολείου καλών Τεχνών Πανόρμου Τήνου σε Ανώτερη Σχολή Καλής Τέχνης Μαρμαροτεχνίας Πανόρμου Τήνου και τις ρυθμίσεις για το πρόγραμμα στήριξης οπτικοακουστικών έργων στην Ελλάδα.
Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, απάντησε στις αιτιάσεις που διατυπώθηκαν κατά τη διάρκεια της συζήτησης, για τον έλεγχο του υπουργείου στα διοικητικά συμβούλια των Μουσείων και των φορέων που εποπτεύονται από το υπουργείο Πολιτισμού.
«Όλοι οι εποπτευόμενοι φορείς, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, ανώνυμες εταιρείες του Δημοσίου, όλοι, ανεξαρτήτως υπουργείου Πολιτισμού, εποπτεύονται από τον εκάστοτε υπουργό. Το να λέμε, λοιπόν, ότι ο υπουργός Πολιτισμού εποπτεύει όλα αυτά, άρα θα βάλει τους δικούς του ανθρώπους, αυτό είναι τουλάχιστον παράλογο, γιατί αν μη τι άλλο, αυτή η κυβέρνηση είναι που καθιέρωσε την επιλογή του προέδρου και του αντιπροέδρου στα νομικά αυτά πρόσωπα μέσω ΑΣΕΠ. Όχι λοιπόν τέτοιου είδους σχόλια και όχι τέτοιου είδους λαϊκίστικη προσέγγιση, διότι σε όλο το δυτικό κόσμο, αυτού του είδους τα νομικά πρόσωπα εποπτεύονται από τις εκάστοτε κρατικές δομές. Το Μουσείο του Λούβρου, για παράδειγμα, εποπτεύεται από το αντίστοιχο υπουργείο Πολιτισμού και κατ’ επέκταση από τον Γάλλο Πρόεδρο. Έχετε και πρόσφατα παραδείγματα», δήλωσε η κ. Μενδώνη.
Η υπουργός απάντησε και στις αιτιάσεις και την κριτική για την κυβερνητική πολιτική αναφορικά με την επιχειρηματικότητα των πολιτιστικών οργανισμών. «Σε όλο τον κόσμο τα μουσεία και οι πολιτιστικοί οργανισμοί ενδιαφέρονται να έχουν ιδιωτικά έσοδα και αυτό είναι απολύτως υγιές και ισχύει παντού. Θέλουν να έχουν πωλητήρια, θέλουν να έχουν εστιατόρια και θέλουν να έχουν διάφορες άλλες δράσεις που θα ενισχύουν τα έσοδά τους. Δεν θα σας παραπέμψω σε βασικές μελέτες του σύγχρονου κόσμου, από την Κίνα μέχρι την Αμερική, μέχρι τα ευρωπαϊκά κράτη, που αναφέρονται στην οικονομία του πολιτισμού», είπε η Λίνα Μενδώνη και πρόσθεσε: «Ακόμα και τα καταπληκτικά Ανάκτορα του Πέτερχοφ στην Αγία Πετρούπολη έχουν πωλητήρια, έχουν εστιατόρια και έχουν δράσεις αναψυχής και όλα μαζί αυτά τους αποφέρουν έσοδα. Επομένως, οι πολιτιστικοί οργανισμοί και τα μουσεία να συνδυάζονται με ένα είδος επιχειρηματικότητας πολιτιστικής είναι γενικά αποδεκτό, δεν είναι καθόλου κακό και, σε τελευταία ανάλυση, είναι κάτι το οποίο υπηρετεί η πολιτική μας. Ακόμη ένα τελευταίο στοιχείο: Από το 2019 μέχρι σήμερα, το υπουργείο Πολιτισμού έχει καταφέρει να προσελκύσει χορηγίες 70 εκατομμυρίων. Είναι πάρα πολύ σημαντικό το νούμερο και βοηθάει πάρα πολύ σε πάρα πολλά έργα».
Ο εισηγητής της ΝΔ, Μιχάλης Λιβανός, στάθηκε ιδιαίτερα στη νομοθετική παρέμβασή για το Προπαρασκευαστικό και Επαγγελματικό Σχολείο Καλών Τεχνών στην Τήνο, το οποίο μετονομάζεται σε Ανώτερη Σχολή Καλής Τέχνης Μαρμαροτεχνίας Πανόρμου Τήνου. «Από την ίδρυσή του έως και σήμερα, το σχολείο υπηρετεί συστηματικά και με συνέπεια το εθνικό συμφέρον, καταρτίζοντας μαρμαροτεχνίτες, πολλοί από τους οποίους στη συνέχεια, απασχολούνται σε εργασίες αναστήλωσης και αποκατάστασης των αρχιτεκτονικών και γλυπτικών θησαυρών από μάρμαρο των αρχαίων, των βυζαντινών, αλλά και νεότερων μνημείων της χώρας μας», είπε ο εισηγητής της ΝΔ. Ο κ. Λιβανός υπογράμμισε και τις διατάξεις με τις οποίες επιχειρείται μεγαλύτερη προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί οπτικοακουστικών έργων στο διαδίκτυο, με την επιβολή, για πρώτη φορά, διοικητικού προστίμου σε βάρος όσων αποκτούν παράνομη πρόσβαση σε αυτά.
Η εισηγήτρια του ΠΑΣΟΚ Νάγια Γρηγοράκου, είπε ότι το κόμμα της στηρίζει πρωτοβουλίες που επιδιώκουν τη στελέχωση των μουσείων της χώρας με το απαραίτητο προσωπικό. Η βουλευτής αναφέρθηκε στον κλάδο των οπτικοακουστικών παραγωγών, σημειώνοντας ότι σήμερα βρίσκεται στην κρισιμότερη ίσως καμπή των τελευταίων ετών. «Η περιβόητη πλατφόρμα που έκλεισε τον Μάιο τάχα για να εξυγιανθεί ο πρώην ΕΚΟΜΕ και ήταν να ανοίξει τον Οκτώβριο, ακόμη είναι εκτός λειτουργίας. Την 1/10/2024 θα έπρεπε να είχαν εκδοθεί οι ΚΥΑ για τα καθεστώτα ενίσχυσης του κινηματογράφου, της τηλεόρασης, των animate, οι οποίες βέβαια, ακόμα δεν έχουν εκδοθεί. Οι καθυστερήσεις έχουν οδηγήσει στην απώλεια πρότζεκτ επενδύσεων του εξωτερικού, που θα μπορούσαν να έρθουν στην Ελλάδα και να γυριστούν, αλλά τελικά τα γυρίσματα θα γυριστούν κάπου στο εξωτερικό», σημείωσε η εισηγήτρια του ΠΑΣΟΚ.
Η ειδική αγορήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Μαρίνα Κοντοτόλη, είπε ότι «η κυβέρνηση φέρνει προς ψήφιση ένα νομοθέτημα που υποτίθεται πως επιλύει ζητήματα στον χώρο του πολιτισμού. Δεν αντιμετωπίζει όμως τα πραγματικά προβλήματα των φορέων του πολιτισμού. Αντίθετα, εισάγει ρυθμίσεις που εγείρουν σοβαρά ερωτήματα ως προς τις προθέσεις της κυβέρνησης». Ιδίως για την Εθνική Πινακοθήκη και τον Μητροπολιτικό Οργανισμό Μουσείων Θεσσαλονίκης, η βουλευτής επισήμανε ότι η αναδιοργάνωση των δύο αυτών φορέων γίνεται χωρίς συγκεκριμένη στρατηγική. Αναφερόμενη στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου, η κ. Κοντοτόλη είπε ότι η ενίσχυσή τους είναι αναγκαία, «όμως λείπει η διαφάνεια ως προς το πώς θα διατεθούν οι πόροι».
Είναι ένα ακόμα νομοσχέδιο που εμβαθύνει στην επιχειρηματικότητα, είπε ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Ιωάννης Δελής που ξεκαθάρισε ότι το κόμμα του το καταψηφίζει. «Στις διοικήσεις των μουσείων αυξάνεται η παρουσία των μεγαλοεπιχειρηματιών και την ίδια στιγμή εξοβελίζονται οι εκπρόσωποι των καλλιτεχνών από τις διοικήσεις αυτές», είπε ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ. Ο κ. Δελής αναφέρθηκε και στη σχολή Μαρμαροτεχνίας στην Τήνο και παρατήρησε ότι η σχολή δεν χρηματοδοτείται καθόλου από τον κρατικό Προϋπολογισμό αλλά μόνο από ίδια έσοδα και ευρωπαϊκά προγράμματα, «εξωθείται δηλαδή ακόμα περισσότερο, στην αναζήτηση πόρων από την επιχειρηματική δραστηριότητα και την ανταποδοτική λειτουργία».
Η ειδική αγορήτρια της Ελληνικής Λύσης, Σοφία Ασημακοπούλου, στάθηκε ιδιαίτερα στην αναδιοργάνωση των νομικών προσώπων των μουσείων, θέτοντας ζητήματα αντικειμενικών κριτηρίων και διαφάνειας για τα μέλη που θα απαρτίζουν τα διοικητικά συμβούλια. «Είναι ξεκάθαρο ότι πρέπει να ακολουθηθούν άκρως αξιοκρατικές διαδικασίες, ώστε να λειτουργήσουν προς όφελος οι ικανότεροι και όχι να εξοφληθούν κομματικά γραμμάτια», είπε η κ. Ασημακοπούλου.
Συνεχή προσπάθεια του υπουργείου και της υπουργού Πολιτισμού να ελέγξει απολύτως τις διοικήσεις των φορέων του πολιτισμού, κατήγγειλε η ειδική αγορήτρια της Νέας Αριστεράς, Σία Αναγνωστοπούλου. Η βουλευτής ανέφερε επίσης, ότι η Νέα Αριστερά είναι υπέρ της γενναίας δημόσιας χρηματοδότησης του πολιτισμού ώστε να μην βασίζεται σε χορηγίες και ιδιωτικούς πόρους. Στο πνεύμα αυτό, σημείωσε ότι η δυνατότητα σύναψης προγραμματικών συμφωνιών και μνημονίων συνεργασίας, γεννά ανησυχία για εξάρτηση από ιδιωτικά συμφέροντα.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
Πηγή άρθρου: www.newsbeast.gr